της κας Αθανασίας Αγγελοπούλου
7 Αυγούστου 2016
7 Αυγούστου 2016
Το έλλειμμα ύψους 15,4% που κατέγραψε η Ελληνική Στατιστική Αρχή το 2009 χρησιμοποιήθηκε για να αιτιολογηθεί η ένταξη της χώρας στο μνημόνιο, σπρώχνοντας τη χώρα στον εφιάλτη του οικονομικού μαρασμού. Από τότε, ο καυτός φάκελος με τις καταγγελίες για «μαγείρεμα» των οικονομικών στοιχείων από τον επικεφαλής της Αρχής, Ανδρέα Γεωργίου, μπαινοβγαίνει στο συρτάρι, σε ένα πρωτοφανές γαϊτανάκι δικαστικών παλινδρομήσεων που μέχρι σήμερα δεν έφερε στο φως την αλήθεια των αριθμών.
Πέντε ολόκληρα χρόνια μετά την έναρξη της δικαστικής έρευνας, ο ΄Αρειος Πάγος κάνει δεκτή την αναίρεση (απόφαση 1331/16) που είχε ασκήσει το 2015 η τότε αντεισαγγελέας – εισαγγελέας σήμερα – του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ξένη Δημητρίου κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, που τον παρέπεμπε μόνο για το πλημμέλημα της παράλληλης υπαλληλικής σχέσης του με το ΔΝΤ. Πλέον ο Άρειος Πάγος στέλνει ξανά την υπόθεση στο Συμβούλιο Εφετών, καθώς κρίνει ότι ο Α. Γεωργίου πρέπει να δικασθεί και για το κακούργημα της ψευδούς βεβαίωσης σχετικά με την τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος.
Τα swaps
Το νήμα άρχισε να ξετυλίγεται το 2011, με τις καταγγελίες του τότε αντιπροέδρου της Αρχής Νίκου Λογοθέτη και της καθηγήτριας Ζωής Γεωργαντά, στελέχους της ΕΛΣΤΑΤ, οι οποίοι έκαναν ευθέως λόγο για σκόπιμη διόγκωση του ελλείμματος με «έξωθεν καθοδήγηση» και με δύο τρόπους. Την ένταξη στο έλλειμμα οφειλών των ΔΕΚΟ και των swaps της Goldman Sachs. Στο επίκεντρο των καταγγελιών βρέθηκε αλληλογραφία του Α. Γεωργίου με τον πρόεδρο της Eurostat Βάλτερ Ραντερμάχερ, από τον οποίο λάμβανε οδηγίες σύμφωνα με τα καταγγελλόμενα.
«Τον Δεκέμβριο του 2010 αποκαλύφθηκε επιστολή (8/10/2010) του κ. Rademacher προς τον πρόεδρο της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τα Goldman Sachs swaps, όπου αποδεικνύεται η επιστολή καθοδήγησης και περιγράφονται με λεπτομέρειες οι προτάσεις της Eurostat για ποσοτική αναθεώρηση προς τα πάνω του ελληνικού χρέους για κάθε έτος από το 2001 και μετά. Η επιστολή τελειώνει υπενθυμίζοντας στον κ. Γεωργίου την επιθυμία του να λάβει γραπτώς την καθοδήγησή τους (δηλαδή της Eurostat) πριν από την ολοκλήρωση των προσαρμογών», είχε καταθέσει τότε ο Ν. Λογοθέτης.
Στην επίμαχη επιστολή, ο επικεφαλής της Eurostat επισημαίνει πράγματι ότι ο Α. Γεωργίου ζήτησε καθοδήγηση: «Εμπιστεύομαι ότι θα είστε σε θέση να επιβεβαιώσετε όσο το δυνατόν γρηγορότερα τη συμφωνία για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν, ώστε να συμπεριληφθούν τα δεδομένα που έχουν επισημανθεί, το αργότερο μέχρι τις 10 Οκτωβρίου 2010, όπως συμφωνήθηκε κατά τη διάρκεια της μεθοδολογικής επίσκεψης της EDP (Excessive Deficit Prosedure – Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος). Έχουμε λάβει υπ’ όψη ότι συγκεκριμένες επιπτώσεις έχουν καταγραφεί στην πρώτη συνεδρίαση της EDP στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, αλλά ζητήσατε να λάβετε την καθοδήγησή μας στη σύνταξη πριν οριστικοποιήσετε τις αλλαγές», γράφει ο Ραντερμάχερ στον Α. Γεωργίου.
Στον Τόμσεν
Τον Σεπτέμβριο του 2011, ο Ν. Λογοθέτης και η Ζ. Γεωργαντά καταθέτουν στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, που μελετούσε τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για το έλλειμμα, ότι αμφισβητούν την ακολουθούμενη μεθοδολογία καταγραφής των στατιστικών στοιχείων και αύξησης του καταγεγραμμένου ελλείμματος από 12% και 13,6% στο 15,7%.
«Το έλλειμμα για το 2009 έβγαινε γύρω στο 12%, ασκήθηκαν πιέσεις από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία και τον πρόεδρό της κ. Βάλντερ Ραντερμάχερ, ο οποίος ήθελε να μπουν μέσα στο έλλειμμα και οι δαπάνες των δημοσίων επιχειρήσεων και των ΔΕΚΟ. Κι εμείς παρουσιάσαμε στη Eurostat 15,4%», είχε πει η Ζ. Γεωργαντά.
Όσο για την ΕΛΣΤΑΤ, είχαν καταγγείλει ότι λειτουργούσε ως ενός ανδρός αρχή, καθώς το Δ.Σ. δεν είχε συγκληθεί για έναν χρόνο και ότι τα 11 μέλη του δεν είχαν υπογράψει καμία από τις αποφάσεις που έπαιρνε ο Γεωργίου σε συνεργασία με την Eurostat. Άλλωστε στις 16 Οκτωβρίου 2010, δύο μήνες μετά την ανάληψη της προεδρίας της ΕΛΣΤΑΤ και ενώ ήταν ακόμα υπάλληλος του ΔΝΤ, ο Γεωργίου έστειλε, σύμφωνα με τις καταγγελίες, e-mail στον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πόουλ Τόμσεν, με το οποίο τον ενημέρωνε για την άμεση ανάγκη τροποποίησης του ιδρυτικού νόμου της Αρχής, κάνοντας λόγο για «ανάρμοστη κατάσταση με κάποια από τα μέλη του Δ.Σ.».
Η πρώτη εντολή για δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης είχε δοθεί από τον τότε οικονομικό εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη, ενώ ακολούθησε μηνυτήρια αναφορά από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και επιστολή στον Άρειο Πάγο. Η ανάκριση περατώθηκε με τυπικές κλήσεις προς τους κατηγορουμένους από την 5η ειδική ανακρίτρια ΄Ελενα Πεδιαδίτη, η οποία είχε κριθεί πειθαρχικά ελεγκτέα μετά από καταγγελία της Ζ. Γεωργαντά ότι της ζήτησε να συναντηθούν εκτός του ανακριτικού γραφείου
Πηγή: Realnews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου